Λέρος: 3 ώρες – 3 υποσχέσεις
Με το που άνοιξε η πόρτα του ελικοφόρου στο μικρό αεροδρόμιο της Λέρου έγινε ησυχία.
Τόση ησυχία που στιγμιαία σάστισα.
Μπροστά μας ένα τοπίο απλό, βουναλάκι και αρωματικό αεράκι, στο πλάι ενός κόλπου.
Κατεβήκαμε τη σκάλα του αεροπλάνου και σαν κάποιος να έκλεισε τον διακόπτη.
Ίσως να μας έκανε εντύπωση σε σχέση με τον χαμό που αφήσαμε τα χαράματα στο αεροδρόμιο της Αθήνας και τη βοή του ελικοφόρου.
Ίσως και να μας φάνηκε έτσι επειδή ήταν Σεπτέμβρης.
Αν θέλεις, μπορείς να ακούσεις τη συνέχεια. O χρόνος αφήγησης είναι 7 λεπτά και 18 δευτερόλεπτα.
Αλλιώς συνεχίζεις την ανάγνωση…
Το αεροδρόμιο της Λέρου
Η Λέρος έχει ένα μικρό αεροδρόμιο σαν από άλλη εποχή που δίνει τη δυνατότητα θαλάσσιας σύνδεσης με τα κοντινά νησιά. Ο αεροδιάδρομος είναι ένα χιλιόμετρο και φτάνει μέχρι τη θάλασσα, ενώ το κτίριο του αεροδρομίου είναι μόλις 180 τετραγωνικά μέτρα.
Βρεθήκαμε εκεί στο πέρασμα μας για έναν γάμο στην Πάτμο, η οποία δεν διαθέτει δικό της αεροδρόμιο.
Μια ώρα θαλάσσιος δρόμος το Λέρος-Πάτμος και εμείς είχαμε τρεις ώρες στο νησί, μέχρι να έρθει το καράβι.
Ξενάγηση με το ταξί
Ο ταξιτζής που μας πήρε, σε ρόλο ξεναγού, μας έλεγε ιστορίες για αρχαίες τοποθεσίες.
Είπε ότι κάτω από το αεροδρόμιο υπάρχει οικισμός και αναρωτήθηκε “Ποιος νοιαζόταν τότε που το έφτιαχναν?”
Η λέξη ψυχιατρείο ίσα που αναφέρθηκε. Ακούστηκε, αλλά σα να μην έβγαζε ήχο.
Περνώντας από μια μαρίνα με πολλά ιστιοφόρα, μας είπε ότι η Λέρος έχει αρκετούς Τούρκους επισκέπτες. Εμείς δεν την είδαμε την Τουρκία από όπου προλάβαμε να περάσουμε μέσα σε τρεις ώρες, αλλά είναι απέναντι.
Μας μίλησε και για το Λακκί, το μεγαλύτερο, βαθύ φυσικό λιμάνι της Μεσογείου το οποίο οι Ιταλοί όρισαν ως βάση τους στα Δωδεκάνησα τότε που τα είχαν στην κατοχή τους. Ήταν κάποτε το ναυτικό τους κέντρο στην Ανατολική Μεσόγειο.
Γύρω από το λιμάνι, στήθηκε η πόλη σε ιταλικό αρχιτεκτονικό στυλ της εποχής. Το Λακκί, που κάποτε λεγόταν Πόρτο Λάγο, σχεδιάστηκε το 1923 για να φιλοξενήσει τους Ιταλούς στρατιωτικούς και τις οικογένειες τους.
Οι αρχιτέκτονες ακολούθησαν τον ιταλικό ρασιοναλισμό, ένα κίνημα με γεωμετρικούς σχηματισμούς, συμμετρία και αναλογία ρωμαϊκών κτιρίων, αλλά όχι τη βαριά ρωμαϊκή διακόσμηση τους.
Φεύγοντας οι Ιταλοί από το νησί το 1947, εγκατέλειψαν κτίρια ιδιαίτερου στυλ, που υπάρχουν μέχρι σήμερα.
Άφησαν πίσω και ένα στρατιωτικό τούνελ που έχει γίνει μουσείο και είναι επισκέψιμο (Τούνελ Μερικιάς).
Αφήνοντας μας ο οδηγός στην Αγία Μαρίνα από όπου θα έφευγε το καράβι για Πάτμο, μας είπε ότι του αξίζουν περισσότερες ημέρες του νησιού.
Απολογηθήκαμε που πάνω στη φούρια για τον σεπτεμβριάτικο γάμο στην Πάτμο δεν σκεφτήκαμε να κάνουμε μεγαλύτερη στάση και υποσχεθήκαμε ότι θα ξαναπάμε.
Υπόσχεση πρώτη.
Αγία Μαρίνα
Η Αγία Μαρίνα, η πρωτεύουσα της Λέρου, έχει ενωθεί με τους δίπλα οικισμούς, το Παντέλι και τον Πλάτανο και είναι το πιο ζωηρό μέρος του νησιού.
Εμείς, το μόνο που προλάβαμε ήταν να περπατήσουμε πέρα-δώθε την παραλία.
Το κύμα έσκαγε κάτω από μπαλκόνια, έγλειφε όμορφα αρχοντικά και εγώ σκεφτόμουν για μια ακόμη φορά πόσο θα ήθελα να μένω σε ένα τέτοιο σπίτι.
Διώχνοντας φυσικά από το μυαλό, όλα εκείνα τα πρακτικά που προκύπτουν όταν μένεις σε ένα κτίσμα το οποίο το τρώει η αλμύρα και ο αέρας.
Μπορώ να ονειρεύομαι? Μπορώ.
Νωρίς το πρωί συναντήσαμε ψαράδες να πουλάνε τα ψάρια τους στην παραλία, επάνω σε μαρμάρινο πάγκο.
Τα τουριστικά μαγαζιά που μόλις ανοίγανε είχαν πάρα πολλά ματάκια-φυλακτά. Φαίνεται μάλιστα πως για να είναι σίγουροι ότι δεν θα τους πιάσει απολύτως κανένα κακό μάτι, τα χτίσανε και στο πλακόστρωτο.

Στην Αγία Μαρίνα γνωρίσαμε τη Σοφία σε ένα μαγαζί με διακοσμητικά-αναμνηστικά και σε πέντε λεπτά βρήκαμε κοινή αγάπη για τα Χανιά και τη Θεσσαλονίκη.
Εκείνη ήταν που μας μίλησε για το εκκλησάκι των εξόριστων. Από εκεί πέρασαν Ρίτσος, Γλέζος και πολλοί άλλοι τα χρόνια της δικτατορίας.
Εκεί, εμπνεύστηκε ο Ρίτσος “Τα Λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας” και το ποίημα “Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις”.
Οι εξόριστοι της χούντας, οι οποίοι έμεναν σε ιταλικούς στρατώνες στο νησί, επισκεύασαν και ζωγράφισαν το ερειπωμένο εκκλησάκι.
Έφτιαξαν αγιογραφίες διαφορετικές από αυτές που ξέρεις. Τα πρόσωπα έμοιαζαν στους εξόριστους ή στους χωροφύλακες ή στους ντόπιους και οι εκφράσεις τους ήταν αυτές του πόνου του ξεριζωμένου και της ελπίδας για ελευθερία.
Το εκκλησάκι είναι της Αγίας Ματρώνας ή Κιουράς από το Κυράς. Η Αγία Ματρώνα, που κάποτε λεγόταν Μαρία, ήταν αρχοντοπούλα από τη Χίο και 600 χρόνια πριν, αποφάσισε να μονάσει.
Σήμερα, το εκκλησάκι της θεωρείται μνημείο των αγώνων για την ελευθερία στα χρόνια της δικτατορίας.
Φεύγοντας από το μαγαζάκι, η Σοφία χάρισε στα κορίτσια από ένα ξύλινο ψαράκι στην καθεμιά, για να θυμούνται το μέρος και τους είπε να ξανάρθουν.
Υπόσχεση δεύτερη!
Μας πρότεινε επίσης να ανέβουμε στο κάστρο του Παντελίου.
Σε αυτό οδηγούν 500 σκαλιά, που μέσα στον ήλιο καθόλου δελεαστικά δεν μας φάνηκαν.
Ίσως κάποια άλλη φορά και να είναι σούρουπο.
Ο Μύλος της Λέρου
Συνεχίσαμε τον παραλιακό δρόμο, περάσαμε σπιτάκια δίπλα στο κύμα και καταλήξαμε σε έναν Μύλο, ο οποίος βρίσκεται μέσα στη θάλασσα.
Τον είχα δει αυτόν τον Μύλο στο εξώφυλλο του Blue, το περιοδικό της Aegean.
Ο Μύλος συνδέεται με προβλήτα που την σκεπάζει η θάλασσα, η οποία ξεκινάει από ένα εστιατόριο με το αναμενόμενο όνομα…Μύλος.

Το μαγαζί κλειστό τέτοια ώρα πρωινάτικα, αλλά εμείς κάναμε τη βόλτα μας ανάμεσα στα τραπέζια και ευχαριστηθήκαμε τη θέα και τον αέρα με την ησυχία μας.
Η τζαμαρία του μαγαζιού τον έβλεπε κατάφατσα τον Μύλο και από την ταράτσα τον αγνάντευες από λίγο ψηλότερα.
Ένας καθρέφτης που κοιτούσε τη θάλασσα, μεγάλωνε τον χώρο και σου έφερνε πιο κοντά το νερό και τη θέα της ακτογραμμής ακόμη και όταν κοιτούσες προς τη στεριά.
Παραδίπλα, άνοιγε ένα πορτάκι που οδηγούσε στο νερό και έβγαζε σε σπιτάκια επάνω στο κύμα.
Λίγο πριν πάρουμε το καράβι για Πάτμο, μου είπαν ότι το εστιατόριο έχει και πολύ ωραίο φαγητό.
Εκείνη τη στιγμή, απλότητα, ηρεμία και θάλασσα ανακατεύτηκαν όλα μαζί και σκέφτηκα ότι αυτό το νησί έχει προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να το κάνουν γωνιά μου.
Η υπόσχεση τρίτωσε.
Υ.Γ. Θα συμφωνήσω με το άρθρο Η Λέρος, ένα υποκοριστικό και μια αντωνυμία πως η ενέργεια της Λέρου είχε κάτι “τρομερά οικείο”.


